εμβολή

εμβολή
Απόφραξη αιμοφόρου αγγείου από έμβολο που μπορεί να είναι στερεό, υγρό και αέριο και έχει μεταφερθεί στη θέση αυτή με την κυκλοφορία του αίματος, σε αντίθεση με τη θρόμβωση, όπου ο θρόμβος σχηματίστηκε στη θέση της απόφραξης. Τα στερεά έμβολα τις περισσότερες φορές αποτελούνται από τεμάχια θρόμβων ή ιστών αλλοιωμένων από φλεγμονώδεις ή εκφυλιστικές ή νεοπλασματικές επεξεργασίες και σπανιότερα από παράσιτα ή σωρούς μικροβίων· τα υγρά έμβολα οφείλονται σχεδόν πάντα σε λιπαρές ουσίες, που εισάγονται στον οργανισμό για θεραπευτικούς σκοπούς, ή σε σταγονίδια λίπους του μυελού των οστών, που εισέρχονται στην αιματική κυκλοφορία ύστερα από κατάγματα του σκελετού. Ε. από φυσαλίδες αέρα προκαλείται από τυχαία είσοδο αέρα στα αιμοφόρα αγγεία (ενδοφλέβιες ενέσεις, εγχειρήσεις, τραύματα) ή από απελευθέρωση αερίων του αίματος, όπως συμβαίνει στους δύτες και σε όσους ασχολούνται με το σπορ της υποβρύχιας αλιείας όταν αναδύονται γρήγορα, εξαιτίας της γρήγορης αποσυμπίεσης. Ε. μπορεί να προκληθεί σε οποιοδήποτε σημείο του κυκλοφορικού συστήματος, όμως εντοπίζεται συχνότερα στους διχασμούς των αρτηριών, όπου παρατηρείται απότομη στένωση του αυλού της αρτηρίας στην οποία ταξιδεύει το έμβολο. Οι αρτηριακές ε. είναι κατά πολύ σημαντικότερες και συχνότερες από τις φλεβικές. Τα έμβολα, ανάλογα με τη φύση και το μέγεθός τους, προκαλούν την ολική ή μερική απόφραξη ενός αγγείου· το πρώτο αποτέλεσμα αυτής της απόφραξης είναι η διακοπή ή η ελάττωση της αιμάτωσης της περιοχής που εξυπηρετείται από το αποφραχθέν αγγείο. Στην περίπτωση αυτή, εάν δεν παρέμβει έγκαιρα και αποτελεσματικά η παράπλευρη κυκλοφορία, η περιοχή θα υποστεί νέκρωση και, σε περίπτωση σηπτικών εμβόλων, τη λεγόμενη διαπύηση. Από τις πιο βαριές περιπτώσεις είναι οι ε. των αγγείων της καρδιάς (καρδιακή ε.) και μεγάλων αγγείων της πνευμονικής κυκλοφορίας (πνευμονική ε.): Στην πνευμονική ε., εκτός της ανοξαιμίας που οφείλεται στην αχρήστευση μιας μεγάλης περιοχής του πνευμονικού παρεγχύματος, δημιουργείται μια σημαντική διαταραχή της μηχανικής της κυκλοφορίας, που μπορεί να προκαλέσει οξεία ανεπάρκεια της καρδιάς, η λειτουργία της οποίας διαταράσσεται και από μια σειρά αντανακλαστικών που ξεκινούν από τα πνευμονικά αγγεία που έχουν πάθει απόφραξη. Οι ε. του πνεύμονα προκαλούνται σχεδόν πάντα από τεμάχια θρόμβων, που αποσπώνται από θρομβοφλεβιτικές επεξεργασίες των φλεβών των κάτω άκρων ή της μικράς πυέλου, στις οποίες είναι και συχνότερες οι θρομβοφλεβιτικές επεξεργασίες. Το έμβολο ταξιδεύει μέσα από την καρδιά και την πνευμονική αρτηρία και αποφράσσει κάποιο πνευμονικό αγγείο. Η θρόμβωση των φλεβών σε αυτές τις περιοχές είναι συχνή όχι μόνο σε όσους πάσχουν από κιρσούς αλλά και σε ασθενείς που παραμένουν για μεγάλο χρονικό διάστημα κλινήρεις, σε άτομα που έχουν εγχειριστεί και σε γυναίκες που κάνουν χρήση αντισυλληπτικών δισκίων. Είναι απαραίτητος ο επιμελής έλεγχος και ενδεχομένως η προφυλακτική αγωγή ασθενών που έχουν εγχειριστεί και στους οποίους πιθανολογείται και μόνο η ύπαρξη θρομβοφλεβιτικής επεξεργασίας. Η αντιμετώπιση της ε. θρόμβου γίνεται με αντιπηκτικά και θρομβολυτικά φάρμακα και σε ορισμένες περιπτώσεις με θρομβεκτομή. ε. αέρα. Η είσοδος ποσότητας αέρα στο κυκλοφορικό σύστημα. Συμβαίνει, συνήθως, σε τραύματα της σφαγίτιδας ή κατά τη διάρκεια θωρακοχειρουργικών επεμβάσεων. Μεγάλες ποσότητες αέρα γεμίζουν την καρδιά και αναστέλλουν την κυκλοφορία, προκαλώντας αιφνίδιο θάνατο. Μικρότερες ποσότητες αέρα παρασύρονται από το αίμα και φράσσουν περιφερικά αγγεία, υπό μορφή φυσαλίδων. Τέτοια απόφραξη μικρών αγγείων του εγκεφάλου προκαλεί εμφάνιση σοβαρών, ενίοτε και θανατηφόρων, νευρολογικών επιπλοκών. Σε πειραματόζωα, το απαιτούμενο ποσό αέρα για την πρόκληση θανατηφόρας ε. ποικίλλει σημαντικά και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό και από τον ρυθμό εισόδου του αέρα στο κυκλοφορικό σύστημα. Έτσι, καμιά φορά είναι δυνατόν να εισέλθουν στην κυκλοφορία έως και 100 ml αέρα χωρίς δυσάρεστες συνέπειες, ενώ άλλες φορές η είσοδος πολύ μικρών ποσοτήτων μπορεί να είναι μοιραία. Αξίζει να σημειωθεί ότι, εάν κατά τη διάρκεια κατάδυσης, ο δύτης που αναπνέει από κύλινδρο υψηλής πίεσης συγκρατήσει την αναπνοή του και ανέβει απότομα στην επιφάνεια, το αέριο που βρίσκεται μέσα στους πνεύμονες είναι δυνατόν να διασταλεί τόσο ώστε να προκαλέσει ρήξη πνευμονικών φλεβών, με αποτέλεσμα να προκληθεί ε. αέρα λόγω της εισόδου του στα αιμοφόρα αγγεία. Άλλου τύπου ε. είναι η ε. αμνιακού υγρού, που είναι σπάνια επιπλοκή του τοκετού.
* * *
η (AM ἐμβολή)
1. εισαγωγή, τοποθέτηση ενός πράγματος μέσα σε κάτι άλλο
2. το να κτυπηθεί εχθρικό πλοίο με το έμβολο ή με την πλώρη πλοίου που έχει αναπτύξει μεγάλη ταχύτητα
3. αυλάκι, τάφρος για τη διοχέτευση νερού
νεοελλ.
1. τυχαία σύγκρουση πλοίων από κακό χειρισμό
2. η μεταφορά φυσαλλίδων, σωματιδίων τού οργανισμού ή ξένων και η ενσφήνωσή τους μέσα στον αυλό κάποιου αγγείου (στην καρδιά, στον εγκέφαλο, στα νεφρά κ.λπ.)
3. επίθεση εναντίον εχθρικού πλοίου η οποία συνδυάζεται με εισπήδηση οπλισμένου αγήματος για να καταλάβει το εχθρικό πλοίο, ρεσάλτο
αρχ.
1. τοποθέτηση εξαρθρωμένου μέλους στη θέση του
2. ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η ανάταξη εξαρθρωμένου μέλους
3. εισβολή, επιδρομή σε ξένη χώρα
4. φόρτωση πλοίου
5. χτύπημα, κρούση με πολιορκητικό κριό
6. πολιορκητικός κριός
7. δίοδος, στενό πέρασμα
8. εκβολή, στόμιο ποταμού.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ἐμβολή — putting in fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εμβολή — η 1. στρατιωτική εισβολή, επιδρομή. 2. (ναυτ.), α. το τυχαίο τρακάρισμα πλοίων από κακό χειρισμό, σύγκρουση. β. η πρόσκρουση πολεμικού πλοίου πάνω σε εχθρικό με το έμβολο ή την πλώρη με σκοπό την καταβύθισή του ή και η έφοδος, που ακολουθεί, του… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἐμβολῇ — ἐμβολῆι , ἐμβολεύς anything put in masc dat sg (epic ionic) ἐμβολή putting in fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αεριώδης εμβολή — Η απόφραξη μιας αρτηρίας από φυσαλίδες αέρα, που έχουν μπει στο αίμα στη διάρκεια της εγχείρησης ή μετά από τραυματισμό, από ατύχημα ή σε ατύχημα πίεσης (στην περίπτωση π.χ. των δυτών) …   Dictionary of Greek

  • ἐμβολαῖς — ἐμβολή putting in fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐμβολαί — ἐμβολή putting in fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐμβολήν — ἐμβολή putting in fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐμβολῶν — ἐμβολή putting in fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • έμβολο — Μηχανικό όργανο το οποίο, στις μηχανές εναλλασσόμενης κίνησης, παλινδρομεί στο εσωτερικό του κυλίνδρου και χρησιμεύει στη μετατροπή της πίεσης ενός υγρού σε μηχανική ενέργεια ή αντίστροφα. Στις μηχανές διπλής δράσης (π.χ. στις ατμομηχανές) το έ.… …   Dictionary of Greek

  • έμφραγμα — Νέκρωση ενός ιστού που οφείλεται σε διακοπή ή ελάττωση της αρτηριακής αιμάτωσής του. Το αίτιο συνίσταται στην απόφραξη μιας αρτηρίας από θρόμβωση, εμβολή ή κοκκιωματώδη επεξεργασία των τοιχωμάτων της. Το έ. επέρχεται όταν η αρτηρία που έχει… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”